Σεξουαλικές διαταραχές: Από την απόλαυση στον πόνο

 

 

Η διαταραχή μπορεί να αφορά πολλαπλά διακριτά επίπεδα: τη σεξουαλική ταυτότητα, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, τη σεξουαλική συμπεριφορά.


Ταυτότητα

Ο τρανσεξουαλισμός (ή διαφυλισμός/διαφυλικότητα) διακρίνεται από τη θηλυπρεπή ομοφυλοφιλία, η οποία δεν προϋποθέτει την επιθυμία του ατόμου να ανήκει στο αντίθετο φύλο. Σε αυτή τη διαταραχή της σεξουαλικής ταυτότητας, το άτομο (άνδρας τις περισσότερες φορές), θεωρεί ότι ανήκει στο αντίθετο φύλο: νιώθει λοιπόν το σώμα του ως άτοπο και επιθυμεί να καταργήσει όλα τα σεξουαλικά του χαρακτηριστικά και να αποκτήσει αυτά του αντίθετου φύλου. Οι κοινωνικές δυσκολίες που συναντά του προκαλούν συχνά έναν βαθύ πόνο (καταθλιπτικά επεισόδια, απόπειρες αυτοκτονίας κτλ.)  

 

Στο επίπεδο του προσανατολισμού και των σεξουαλικών συμπεριφορών, χρειάζεται να τονίσουμε ότι η έννοια «διαταραχή» είναι ενταγμένη σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο: ανήκει σε ένα δεδομένο πολιτισμικό περιβάλλον που υπαγορεύει το τι είναι επιτρεπτό και τι απαγορευμένο (κατά συνέπεια, τι είναι φυσιολογικό και τι παθολογικό) και το περιεχόμενό της ποικίλλει ανάλογα τον τόπο και την εποχή.

Εξάλλου, εκτός από τον κανόνα -και άρα τη σχέση με την παράβαση-, είναι ο ίδιος ο πόνος που βιώνει το άτομο (ή το περιβάλλον του) που μπορεί να προειδοποιήσει για την ενδεχόμενη παθολογική διάστασή του.


Προσανατολισμός

 

Η ομοφυλοφιλία εμφανίζεται εδώ μόνο με την έννοια της εγωδυστονικότητας: το άτομο υποφέρει από μία έλξη για το ίδιο φύλο, η οποία του προκαλεί δυσφορία. Η απουσία έλξης για το αντίθετο φύλο (ενώ επιθυμεί μια ετεροφυλόφιλη σχέση) τον κάνει να υποφέρει.

Να προσθέσουμε στο σημείο αυτό ότι οι δονζουανικές συμπεριφορές, συχνές στους ομοφυλόφιλους άνδρες, μαρτυρούν (όπως άλλωστε και στους ετεροφυλόφιλους) την πιθανότητα μιας ορισμένης ναρκισσιστικής ευαλωτότητας.


Συμπεριφορά

Στις σεξουαλικές συμπεριφορές, μπορούμε να διακρίνουμε 3 τύπους διαταραχών:

1) Η «μη συνειδητοποιημένη» διαταραχή μπορεί να ερμηνευτεί σε δύο επίπεδα απολύτως διακριτά μεταξύ τους: της επιθυμίας και της ικανοποίησης.

Στο επίπεδο της επιθυμίας, είναι σημαντικό να εντοπίσουμε αν αυτή συνδέεται με έναν τύπο προσωπικότητας (οιστριονικής ή εμμονικής), με ένα καταθλιπτικό επεισόδιο, με ένα επεισόδιο ανορεξίας, γνωρίζοντας για ακόμη μία φορά ότι ο πόνος που βιώνει το άτομο ή/και το ζευγάρι είναι ο βασικός δείκτης για το αν θα πρέπει να θεωρήσουμε μία κατάσταση ως παθολογική ή μη. Εξάλλου, πολλά συμπτώματα μπορούν να αναστείλουν τη σεξουαλική ικανοποίηση και σημασία έχει να ελαχιστοποιήσουμε οποιαδήποτε πιθανή αιτία που συνδέεται με τη φυσιολογία πριν να καταλήξουμε στην ψυχογενή διάσταση της διαταραχής.

Μεταξύ αυτών, 3 είναι οι πιο συχνές διαταραχές:

Η σεξουαλική ανικανότητα στους άνδρες μπορεί να προκύψει ακόμα κι αν η λίμπιντό τους είναι ενεργή: η ανικανότητα αυτή μπορεί να είναι «πρωτογενής» (υπήρχε πάντα), «δευτερογενής» (προέκυψε δηλαδή μετά από μία περίοδο φυσιολογικής σεξουαλικότητας) ή περιστασιακή. Τα αίτια μπορεί να είναι πολλαπλά και είναι σημαντικό να κάνουν ένα τσεκάπ (πιθανόν να οφείλεται σε ενδοκρινολογικά, αγγειακά, αιματολογικά, νευρολογικά ή άλλα προβλήματα), ακόμα και αν η νευρωτική διάσταση είναι συχνά παρούσα και άρα υπάρχει πρόσφορο έδαφος για ψυχοθεραπεία.

 

Η σεξουαλική ψυχρότητα στις γυναίκες μπορεί να είναι ολική (αναστολή της σεξουαλικής διέγερσης) ή μερική (αναστολή του οργασμού, ανάλογη με εκείνη -αν και σπάνια- που παρατηρείται στους άνδρες). Όπως συμβαίνει και με τη σεξουαλική ανικανότητα, η ψυχογενής διάσταση αυτής της διαταραχής είναι μια υπόθεση που πρέπει να εξεταστεί προτού προβούμε σε μια ψυχοθεραπεία.

 

Η δυσπαρευνία (επαναλαμβανόμενος πόνος στα γεννητικά όργανα κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης) πλήττει κατά πάσα πιθανότητα και τα δύο φύλα και είναι απαραίτητο να εξακριβώσουμε τον ψυχογενή του χαρακτήρα, εφόσον υπάρχουν πάμπολλες πιθανές αιτίες.  

 

2) Κάποιες φορές, αυτό που προκαλεί πρόβλημα στο άτομο ή το ζευγάρι είναι η υπερβολική σεξουαλικότητα.

 

Η υπερσεξουαλικότητα μπορεί να προκαλείται λόγω ενός οργανικού προβλήματος ή ενός προβλήματος ψυχιατρικής φύσης (κατάθλιψη, μανιακή φάση της διπολικής διαταραχής, σχιζοφρένεια κτλ.). Όταν η υπερσεξουαλικότητα είναι νευρωτικής φύσης, έχει μεγάλη σημασία να κατανοήσουμε τι νόημα δίνει το ίδιο το άτομο σε αυτή την μόνιμη άσκηση γοητείας που επιβάλλει στον εαυτό του και να διερευνήσουμε μαζί του -μεταξύ άλλων- το θέμα της αυτοεικόνας του.

3) Τέλος, η σεξουαλικότητα θεωρείται μερικές φορές ως «αποκλίνουσα». […]

Οι σεξουαλικές αποκλίσεις (ή αλλιώς «παραφιλίες»): […] αυτές αφορούν κυρίως την επιλογή αντικειμένου (αιμομειξία, παιδοφιλία, γεροντοφιλία, ζωοφιλία, νεκροφιλία) και τις συνθήκες διέγερσης (ηδονοβλεψία, επιδειξιμανία, εφαψιομανία, ερωτικά τρίγωνα, φετιχισμός, παρενδυσία (τραβεστισμός), σεξουαλικός μαζοχισμός και σαδισμός κτλ.).    

Αυτές οι αποκλίσεις μπορούν να διαταράξουν τη σεξουαλική ανάπτυξη και να δομήσουν την προσωπικότητα του ατόμου πάνω στην ενοχικότητα. Παραπέμπουν σε μια πρώιμη, σε γενικές γραμμές, προβληματική που προϋποθέτει μία σε βάθος διερεύνηση και επεξεργασία.

Frédérique Bouissou

Κλινική Ψυχολόγος

____________________________________________________

Πηγή: www.frederique-bouissou.com

Μετάφραση – Επιμέλεια: Κυριακή Κάσση (Εκπαιδευτικός – Μεταφράστρια)