Και αν οι καθημερινοί μικροκαβγάδες είναι απλά ένας τρόπος να ασκούμε την ικανότητά μας να αγαπάμε ο ένας τον άλλο;
Το να είσαι ζευγάρι με κάποιον αποτελεί μια συνεχή ανακάλυψη· μια ανακάλυψη των παράξενων συνηθειών και χαρακτηριστικών του άλλου. Και αυτό, γιατί δε φανταζόμαστε πόσο διαφορετικός από εμάς μπορεί να είναι, σε χιλιάδες πράγματα: από τον ρυθμό μιας χειρονομίας του μέχρι τον τρόπο που αγγίζει τα πράγματα. Και μας είναι ακόμα πιο δύσκολο να το κατανοήσουμε αυτό, όταν, μέρα με τη μέρα, μέσα από μια συνηθισμένη κουβέντα που κάνουμε με τον/τη σύντροφό μας, «ξαναχτίζουμε» τον κόσμο και επινοούμε μια κοινή κουλτούρα. Και, εκτός όλων αυτών, αποκτάμε και την ψευδαίσθηση ότι συμφωνούμε σε όλα! Αυτή η ταύτιση των απόψεων συχνά είναι πραγματική όσον αφορά τις ιδέες που πάνε κι έρχονται μέσα στο μυαλό μας: σχέδια για διακοπές, ο τρόπος εκπαίδευσης των παιδιών, κτλ. Όμως το άτομο εγγράφει εξίσου την πραγματική του ύπαρξη στο βάθος του ασυνειδήτου του, που είναι πολύ λιγότερο εύπλαστο, ένα ασυνείδητο που έχει να κάνει με την καθημερινότητά του (και που καμία σχέση δεν έχει με εκείνο του Φρόυντ), ένα ασυνείδητο που απομνημονεύει όλους τους αυτοματισμούς μας. Αποτελούμε άρρηκτο σύνολο με αυτή την πληθώρα αόρατων αντικειμένων με τα οποία έχουμε εξοικειωθεί και στα οποία βασίζεται η ίδια η ζωή μας.
Η σύγκρουση των ατομικών «μικροκουλτούρων»
Όμως, καθένας αποτελεί, με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο, αναπόσπαστο μέρος αυτής της ομάδας, φέροντας τις δικές του ιδιοτροπίες και τις μικρές του μανίες. Το να ανακαλύπτουμε εκ νέου την ακατανόητη διαφορά του/της συντρόφου μας είναι κάθε φορά και μια έκπληξη, ένα δυσάρεστο συναισθηματικό σοκ. Οι εκνευρισμοί ξεσπούν ειδικά εκεί όπου υπάρχει περισσότερη σωματική εγγύτητα και οικειότητα: στο αυτοκίνητο, στο μπάνιο, στη διάρκεια του φαγητού, στο κρεβάτι. Εννοείται, βέβαια, ότι το πλησίασμα των συντρόφων δεν είναι πάντα προβληματικό! Η ερωτική επιθυμία μειώνει ως διά μαγείας τους εκνευρισμούς που μπορεί να προκληθούν από τις διαφορές μεταξύ των συντρόφων. Ακόμα και η πιο μικρή ένδειξη αγάπης (αλληλοκατανόηση, τρυφερότητα, αμοιβαία γενναιοδωρία) μπορεί να είναι αρκετή ώστε η επαφή και το πλησίασμα του ζευγαριού να προκαλούν μόνο μια γλυκιά και ευχάριστη αίσθηση. Όταν όμως η συναισθηματική έξαρση αρχίζει να φθίνει ή όταν οι διαφορές του ζευγαριού αρχίζουν να ζορίζουν, η εγγύτητα γίνεται αυτόματα εκρηκτική…
Οι μικροκρίσεις που πυροδοτούνται από έναν εκνευρισμό αποτελούν κακό οιωνό για το ζευγάρι; Κάποιοι ισχυρίζονται (με μια σχετική υπερηφάνεια) ότι δεν έχουν εκνευριστεί ποτέ. Στην πραγματικότητα, όμως, κάτι τέτοιο είναι αδύνατο, καθώς η σύγκρουση των ατομικών «μικροκουλτούρων» είναι πανταχού παρούσα, καθημερινά, σε όλα τα ζευγάρια. Και μάλιστα είναι ακόμα πιο συχνή στην αρχή της σχέσης, όταν το νέο ζευγάρι προσπαθεί να συμφωνήσει πάνω στις βασικές αρχές μιας κοινής κουλτούρας. Οι άνθρωποι δεν το συνειδητοποιούν αυτό, αφού τις περισσότερες φορές πρόκειται για εφήμερους εκνευρισμούς, οι οποίοι επιπλέον αποτελούν μια καλή ευκαιρία για τροποποίηση του συστήματος των εκφραστικών μέσων του ενός και του άλλου. Οι εκνευρισμοί αυτοί, λοιπόν, εξαφανίζονται πολύ γρήγορα και συμβάλλουν (θετικά) στην αφομοίωση της ταυτότητας του ζευγαριού που τώρα αρχίζει να δομείται. Εξάλλου αυτή η ταυτότητα απλώνει βαθιά τις ρίζες της στην καθημερινότητα, χωρίς παρ’ όλα αυτά να διαγράφει εντελώς τα ατομικά σημεία αναφοράς των δύο συντρόφων, τα οποία επανεμφανίζονται με την πρώτη ευκαιρία, με τους εκνευρισμούς να αφορούν πάντα τα ίδια θέματα, των οποίων η επαναληπτικότητα γίνεται ανυπόφορη.
Ο… αλεξικέραυνος έρωτας
Τα ζευγάρια που θεωρούν ότι ποτέ δεν έχουν εντάσεις, έχουν αυτή την εντύπωση επειδή σε αυτά λειτουργεί ένα είδος συστηματικής απώθησης πριν καν εκδηλωθούν οι εντάσεις αυτές. Η απώθηση αποτελεί μια από τις πολλές τεχνικές που χρησιμοποιούνται για την αναχαίτιση της επέκτασης των μικροκρίσεων, έτσι ώστε αυτές να μη γίνουν επικίνδυνες για το ζευγάρι. Όταν κάτι τέτοιο δεν είναι αρκετό, η τακτική που αρχικά εφαρμόζεται είναι η απομάκρυνση από ό,τι έχει προκαλέσει τον εκνευρισμό: το να αποφεύγω την οπτική επαφή με τον άλλο, το να αλλάζω δωμάτιο, το να βρίσκομαι σε κίνηση για να απασχολώ το μυαλό μου. Ή ακόμα και το να κάνω μούτρα! Το να κρατάω ελαφρώς μούτρα σε κάποιον (όμως ούτε για πολύ καιρό ούτε με επιθετικό τρόπο!) μου δίνει τη δυνατότητα να κρατάω σε εκκρεμότητα την επικοινωνία μου με τον/τη σύντροφό μου για όσο χρειάζεται, μέχρι να καταλαγιάσουν τα αρνητικά συναισθήματα. Ο εκνευρισμός είναι, πράγματι, κατά κάποιον τρόπο το αντίθετο του κεραυνοβόλου έρωτα (το συναίσθημα που πυροδοτείται δεν είναι καθόλου ευχάριστο και μας απομακρύνει από τον σύντροφό μας, αντί να μας φέρνει πιο κοντά του), που ξαφνικά μας αναγκάζει να περάσουμε από την ταύτισή μας με τον/τη σύντροφό μας -ταύτιση που συνδέεται άρρηκτα με την κοινή μας κουλτούρα, που με τόση υπομονή έχουμε «χτίσει»- στην ταύτιση με τον εαυτό μας, και έτσι μας αναγκάζει να επιστρέφουμε σε παλαιότερα σημεία αναφοράς.
Μετά το αρχικό στάδιο διαχείρισης των κρίσεων (που συνίσταται στο να αποσυμπιέσουμε την εσωτερική μας ένταση), το επόμενο στάδιο αφορά αναγκαστικά και τους δύο συντρόφους. Πρέπει να ξανακάνουμε όλο τον δρόμο προς τα πίσω και να ξαναβρούμε τον άνθρωπο που έχουμε αγαπήσει. Και αυτόν τον δρόμο είναι δύσκολο να τον περπατήσουμε ολομόναχοι. Η κρίση, ακόμα και η πιο αμελητέα, θέτει σε δοκιμασία το ερωτικό συναίσθημα και την επιθυμία να ζούμε μαζί με τον άλλο – συναισθήματα που θα πρέπει να αναδιαμορφώσουμε και να επαναπροσδιορίσουμε αν θέλουμε να ξεπεράσουμε το πρόβλημα. Όσο πιο συχνές είναι οι κρίσεις, τόσο περισσότερο θα πρέπει να ανακτάμε την επιθυμία να επιστρέψουμε στον άλλο. Αν προσθέσουμε σε αυτό και το γεγονός ότι η όποια κρίση απελευθερώνει τον λόγο, ότι αρθρώνονται πράγματα που συνήθως μένουν ανείπωτα, καταλαβαίνουμε γιατί κάποιοι ειδικοί στη συμβουλευτική ζευγαριών υποστηρίζουν ότι πόρτες που κλείνουν με κρότο και φωνές που ξεσπάνε αποτελούν καλή ένδειξη για τη ζωή ενός ζευγαριού.
Δε θα πρέπει παρ’ όλα αυτά να υπερβάλλουμε. Όντως κάθε κρίση απελευθερώνει αρνητικά συναισθήματα, με εξάρσεις μίσους και βίας, τα οποία μπορούν ανά πάσα στιγμή να ξεφύγουν από κάθε έλεγχο. Πολύ συχνά, τα ζευγάρια έχουν μια σημαντική ικανότητα για αυτοέλεγχο και έτσι αποφεύγουν αυτές τις παρεκτροπές, και μάλιστα πολλές φορές μετατρέπουν τις κρίσεις σε ένα είδος τελετουργικού. Στην καλύτερη περίπτωση, τους τυχαίνει μάλιστα ακόμα και να γελάνε όταν πια έχει ξεπεραστεί η κρίση, παίρνοντας αποστάσεις από το γεγονός και αυτοσαρκαζόμενοι.
Κάθε ζευγάρι έχει το δικό του στιλ. Άλλοι λειτουργούν με τη σιωπή και την απώθηση, και άλλοι με πιο εκφραστικό τρόπο και με μια κάποια περιοδικότητα, μεταξύ έξαρσης μιας κρίσης και παθιασμένης επανασύνδεσης. Το σημαντικό είναι να καταλάβουμε ότι το πρόβλημα δεν έγκειται ποτέ στην έξαρση μιας κρίσης, αλλά στη δυσκολία να ξαναπλησιάσουμε τον/τη σύντροφό μας. Κι αυτό, γιατί εξαρτάται από την ικανότητά μας να βγούμε από την κρίση το να συνειδητοποιήσουμε -ή όχι- ότι ο έρωτας παραμένει ζωντανός.
• Γιατί οι άντρες γκρινιάζουν στο αυτοκίνητο;
Το αυτοκίνητο, αυτός ο μικρός, περίκλειστος χώρος, αποτελεί πρόσφορο έδαφος για την εκδήλωση εντάσεων. Οι συνήθεις επιθυμίες θα πρέπει να συντονιστούν με μία σειρά παραμέτρων: θερμοκρασία, επιλογή σταθμού στο ραδιόφωνο, κτλ. Ο Λορέντζο εκνευρίζει τη γυναίκα του με το να βάζει τέρμα το ραδιόφωνο. Για την Ελίν και τον Τζακ, ο μικρός τους «αυτοκινητιστικός πόλεμος» έχει να κάνει περισσότερο με το κρύο και τη ζέστη. «Το αυτοκίνητο είναι μια μόνιμη αφορμή για καβγά, όποτε το παίρνουμε μαζί: δεν μπορώ το κλιματιστικό, κι εκείνος δεν αντέχει το καλοριφέρ… Ακόμα και τώρα, μετά από τόσο καιρό, μαλώνουμε πολύ συχνά γι’ αυτό το θέμα». Κλασική τακτική: παίρνω το τιμόνι για να έχω θέση εξουσίας. Είτε ως οδηγός είτε ως συνοδηγός, οι θέσεις δεν είναι ουδέτερες μέσα στο αυτοκίνητο. Κυρίως σε ό,τι αφορά το ‘καυτό’ θέμα του στιλ οδήγησης, αφού ο καθένας έχει το δικό του και συνεχίζει να οδηγεί νοερά, ακόμα και όταν είναι συνοδηγός, βρίσκοντας εναλλακτικές και μην μπορώντας να συγκρατηθεί και να μην κάνει παρατηρήσεις. Έτσι, δύο κουλτούρες συγκρούονται. Το στιλ οδήγησης είναι ένα από τα σπάνια αρνητικά παραδείγματα που δείχνουν ότι οι άντρες εκνευρίζονται περισσότερο από τις γυναίκες πάνω σε αυτό το θέμα. Η εξήγηση είναι απλή: παραμένει στη νοοτροπία των ανδρών ένα κατάλοιπο από την εποχή που μόνο εκείνοι οδηγούσαν. Το να κάθεται στη θέση του συνοδηγού είναι κάτι σχετικά πρωτόγνωρο για εκείνον, και δυσκολεύεται πολύ να το αποδεχτεί και να αφεθεί εξ ολοκλήρου στα χέρια της συντρόφου του. Θέλοντας και μη έχει τον νου του στον δρόμο, και είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμος να επικρίνει.
Jean–Claude Kaufmann
Κοινωνιολόγος και συγγραφέας
Πηγή: Περιοδικό Sciences Humaines (Τεύχος 276 – Δεκέμβριος 2015)
Μετάφραση – Επιμέλεια: Κυριακή Κάσση (Εκπαιδευτικός – Μεταφράστρια)