ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ
ΜΕ ΥΓΕΙΑ, ΕΥΤΥΧΙΑ ΚΑΙ ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ!!!
______________________________________________
Πώς συνέρχεται κανείς, όταν η ύπαρξή του έχει κλονιστεί συθέμελα από ένα τραγικό γεγονός; Η στοργή και η ενσυναίσθηση, η συναισθηματική στήριξη καλοπροαίρετων ανθρώπων είναι μία σημαντικότατη πηγή ψυχικής ανθεκτικότητας.
Πένθος, κακοποίηση, εγκατάλειψη… Είτε στη διάρκεια της παιδικής ηλικίας είτε στην ενήλικη ζωή, η βοήθεια που προέρχεται από τον περίγυρο του ατόμου μπορεί να κάνει πιο εύκολη για εκείνο τη διαδικασία που οδηγεί σε αυτό που αποκαλούμε ψυχική ανθεκτικότητα.
Διάφορες μελέτες έχουν καταδείξει ότι η «κοινωνική στήριξη» παίζει έναν σημαντικό ρόλο: εκείνον του «μεσολαβητή που εκτονώνει την ένταση», περιορίζοντας την επίδραση του τραυματικού γεγονότος πάνω στο θύμα. Στην έρευνα που διεξήγα πριν μερικά χρόνια πάνω στην ψυχική ανθεκτικότητα παιδιών που είχαν πέσει θύματα κακοποίησης, μου δόθηκε η δυνατότητα να διαπιστώσω ότι τα στοιχεία της συμπεριφοράς των ενηλίκων που περισσότερο ενδέχεται να προκαλέσουν την ανάδυση αυτής της δυναμικής της ζωής είναι η ενσυναίσθηση και η στοργή. Μια από τις πιο εντυπωσιακές μαρτυρίες που κατέγραψα είναι εκείνη της Marie-Raphaëlle, η οποία βίωσε μια απερίγραπτη κόλαση όταν ήταν μικρή. Ο αλκοολικός πατέρας της την κακοποιούσε σεξουαλικά και την εξανάγκαζε σε εκπόρνευση με τους φίλους του, και η μητέρα της, η οποία επίσης εκδιδόταν, την ταπείνωνε σε μόνιμη βάση. Η Marie-Raphaëlle μάζευε την τροφή της από το πάτωμα, όπου της την είχαν πετάξει, στο βάθος του δωματίου, και ποτέ δεν γιόρτασε τα γενέθλιά της…
Ένα πρόσωπο έπαιξε σημαντικό ρόλο γι’ αυτό το παιδί: η δεύτερη δασκάλα της στο δημοτικό. Δεν της έκανε ποτέ επιπλήξεις για το ότι ερχόταν αργοπορημένη στο μάθημα, για το ότι την έπαιρνε ο ύπνος στην τάξη ή για τα βρόμικα ρούχα που φορούσε. Της επαναλάμβανε συχνά ότι ήταν έξυπνη, την έβαζε να κάνει μαθηματικούς υπολογισμούς στο διάλειμμα, την υπερασπιζόταν όταν οι συμμαθητές της την κορόιδευαν. Τη χτένισε, της έμαθε να πλένει τα δόντια της, να χρησιμοποιεί σαπούνι κτλ. «Μέσα σε λίγους μήνες, τονίζει η Marie-Raphaëlle, κατάφερε να μου ξαναδώσει κουράγιο και ελπίδα. Ήταν τόσο ευγενική μαζί μου».
Σε μία έρευνα πάνω σε νέους ενήλικες που μεγάλωσαν σε ίδρυμα, η Marthe Coppel και η Annick Camille, ψυχίατρος και ψυχολόγος αντίστοιχα, παρουσιάζουν τον θετικό ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι ανάδοχες οικογένειες, εφόσον τα παιδιά που έχουν μεγαλώσει σε αυτές νιώθουν ότι αποτελούν ισότιμα μέλη τους. Ένας άνδρας μάς μεταφέρει την εμπειρία του: «Όταν πήγα για πρώτη φορά σπίτι, αμέσως αισθάνθηκα την αγάπη τους. Έζησα σαν φυσιολογικό παιδί. Μου έλειπαν τα πάντα στη ζωή κι εκείνοι μου έμαθαν τα πάντα. (…) Όταν έφυγα, η πόρτα παρέμεινε ανοιχτή.» Αντίθετα, όσα παιδιά δεν έμειναν ικανοποιημένα από αυτή την εμπειρία, πιστεύουν ότι δεν τα αντιμετώπισαν επί ίσοις όροις με τα υπόλοιπα [τα βιολογικά] παιδιά.
Σε περίπτωση πένθους…
Αυτή η ανάγκη να έχουμε ένα στήριγμα είναι ιδιαίτερα έντονη σε όσους έχουν χάσει ένα παιδί ή έναν/μία νέο/νέα σύζυγο. Αυτοί είναι που συχνά νιώθουν εγκαταλελειμμένοι από τα κοντινά τους πρόσωπα. Αυτή η συναισθηματική απομάκρυνση, που συχνά είναι πολύ απτή, δεν πηγάζει από μια αδιαφορία, αλλά από τη δυσκολία μας να βρούμε τι είναι εκείνο που πρέπει να πούμε ή να κάνουμε απέναντι σε κάποιον που υποφέρει. Για παράδειγμα, δεν τολμάμε να προσκαλέσουμε ένα ζευγάρι φίλων μας που πενθεί το παιδί του, από φόβο μήπως στην κουβέντα προκύψει θέμα για τα παιδιά. Όπως παρατηρούν οι γονείς: «Θα θέλαμε να μην έχετε ενδοιασμούς να λέτε το όνομα του νεκρού παιδιού μας, να μας μιλάτε για κείνο. Έζησε, εξακολουθεί να μας είναι σημαντικό· έχουμε ανάγκη να ακούμε το όνομά του και να μιλάμε για κείνο, οπότε μην αλλάζετε θέμα συζήτησης. Μας ηρεμεί και μας κάνει να αισθανόμαστε τη μυστηριώδη παρουσία του».
Θυμάμαι ένα ζευγάρι που μου διηγούνταν με πολλή συγκίνηση την ικανοποίηση που ένιωσε μπροστά στην αντίδραση των φίλων του γιου τους, που πρόσφατα είχε πεθάνει. Οι φίλοι του συνήθιζαν να γιορτάζουν τα γενέθλιά του μαζί με την οικογένειά του. Μετά τον θάνατό του, λίγες εβδομάδες πριν την ημέρα των γενεθλίων του, τηλεφώνησαν στους γονείς του για να τους ρωτήσουν αν συμφωνούσαν να διατηρήσουν αυτή τη συνήθεια παρά την απουσία του φίλου τους.
Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε κάποιον να ανακτήσει τη χαμένη του δύναμη
Η ψυχική ανθεκτικότητα είναι πλέον ένα ευρέως διαδεδομένο αντικείμενο μελέτης των ψυχολόγων, οι οποίοι έχουν δώσει ιδιαίτερη έμφαση στον ρόλο των ειδικών πάνω σε αυτό το θέμα, χάρη στους οποίους ο πόνος μπορεί να καταπραϋνθεί, το ψυχικά τραυματισμένο παιδί μπορεί να βρει αποθέματα δύναμης, ο ενήλικας να ξανασταθεί στα πόδια του.
Από τις γνώσεις που έχουμε αποκομίσει σχετικά με το θέμα της ψυχικής ανθεκτικότητας, μπορούμε να καταλήξουμε σε δύο –μεταξύ άλλων – πολύ συγκεκριμένα συμπεράσματα. Από τη μια πλευρά, είναι καιρός να αναθεωρήσουμε μια περιοριστική αντίληψη σχετικά με την πλαισίωση ανθρώπων που υποφέρουν, η οποία έγκειται στη «σωστή επαγγελματική απόσταση» που πρέπει να τηρείται στο πλαίσιο της ψυχικής στήριξης και της κοινωνικής εργασίας – και η οποία εκθειάζεται ήδη από την αρχή της εκπαίδευσης. Ο λόγος για τον οποίο πρέπει να αναθεωρήσουμε είναι γιατί ακριβώς η σωστή εγγύτητα μεταξύ των ανθρώπων είναι αυτή που διευκολύνει την απόκτηση ψυχικής ανθεκτικότητας. Παρ’ όλα αυτά, μία ορισμένη απόσταση πρέπει να υπάρχει, αλλά με την προϋπόθεση ότι εξυπηρετεί τον τελικό σκοπό της διαδικασίας, που είναι να προστατεύει τον ειδικό ώστε να μην κατακλύζεται από τον πόνο του άλλου.
Από την άλλη πλευρά, δε θα πρέπει να υπερβάλλουμε στον τρόπο που βοηθάμε. Στους ενήλικες, η αποτελεσματικότερη κοινωνική στήριξη επιτυγχάνεται όταν δίνεται η δυνατότητα της αμοιβαιότητας. Όντως, το να βρισκόμαστε συστηματικά στη θέση εκείνου που δέχεται βοήθεια μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την αυτοεκτίμησή μας. Η αρχή του «δούναι και λαβείν» εφαρμόζεται και σε αυτή την περίπτωση.
Ας πάρουμε το παράδειγμα των φυσικών ή τεχνολογικών καταστροφών. Η έρευνα που διεξήχθη από μία ομάδα Γάλλων, οι οποίοι είχαν μελετήσει περιπτώσεις πλημμυρών μεγάλης έκτασης στη Γαλλία, κατέδειξε την ύπαρξη της «αντίστροφης κοινωνικής βοήθειας», με την οποία τα θύματα που βοηθάνε άλλα θύματα ενδυναμώνουν την ψυχική τους ανθεκτικότητα. «Έτσι, η κοινωνική αλληλεγγύη και συνοχή κάνει εφικτή μια μεγαλύτερη ψυχολογική στήριξη, παρά μια βοήθεια που γίνεται παθητικά αποδεκτή».
Εξάλλου, αντίθετα με μια ευρέως διαδεδομένη άποψη, μετά από τραγικά γεγονότα δεν επικρατεί ο εγωισμός και το «καθένας για τον εαυτό του», αλλά η αλληλεγγύη και ο αλτρουισμός. Τα θύματα που δεν υπέστησαν σοβαρό τραυματισμό είναι τα πρώτα που παρέχουν βοήθεια στους άλλους, μέχρι να φτάσουν τα σωστικά συνεργεία. Και αυτό συμβάλλει στη δική τους ψυχική ανθεκτικότητα!
Jacques Lecomte
Διδάκτωρ Ψυχολογίας και Συγγραφέας
___________________________________________________________________
*Empathie: ενσυναίσθηση, εναίσθηση, εμβίωση. Η διαισθητική ικανότητα του ατόμου να μπαίνει στη θέση του άλλου, να αντιλαμβάνεται τι αισθάνεται ο άλλος. [Σ.τ.Μ.]
**Résilience: στην ψυχολογία ορίζεται ως «ψυχική ανθεκτικότητα». Πρόκειται για το ψυχολογικό φαινόμενο που συνίσταται -για ένα άτομο που έχει υποστεί κάποιον τραυματισμό- στο να αντιμετωπίζει το τραυματικό γεγονός με ψυχική δύναμη τέτοια που να του επιτρέπει να ξεπερνά την κατάθλιψη και να οδηγείται στην ανασυγκρότησή του. [Σ.τ.Μ.]
Πηγή: Περιοδικό Sciences Humaines (Les Grands Dossiers des Sciences Humaines) No 32 (septembre-octobre-novembre 2013)
Μετάφραση – Επιμέλεια: Κυριακή Κάσση (Εκπαιδευτικός – Μεταφράστρια)
ΣΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ ΝΑ ΡΙΞΕΤΕ ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΟΛΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ LINK:
http://www.ted.com/talks/joan_halifax.html
(ΒΙΝΤΕΟ ΜΕ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥΣ ΥΠΟΤΙΤΛΟΥΣ)
___________________________________________________________