Το άγχος και οι φοβίες αποτελούν συμπτώματα που μπορούμε να εντοπίσουμε σε όλη τη σφαίρα της ψυχοπαθολογίας. Θα επικεντρωθούμε εδώ σε εκείνα που εκδηλώνονται σε άτομα με νευρωτική δομή1, στα οποία αυτά τα συμπτώματα μπορούν να είναι καθοριστικής σημασίας.
1/ ΚΛΙΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ
Η παιδική ηλικία
Άγχος παρατηρείται συχνά στην παιδική ηλικία, αλλά όλα τα άγχη δεν είναι ίδια. Το νευρωτικό άγχος, εκείνο δηλ. που σχετίζεται με τη νευρωτική δομή της προσωπικότητας, κάνει την εμφάνισή του όταν το παιδί είναι γύρω στα τέσσερα. Εκδηλώνεται με κρίσεις άγχους που εκφράζονται είτε σωματικά (αίσθηση ασφυξίας, πεπτικοί σπασμοί) είτε με τη μορφή φόβων, όπως εκείνος του σκοταδιού ή των άλλων παιδιών.
Αυτοί οι φόβοι, απροσδιόριστοι και ποικίλοι, αργότερα εξελίσσονται σε μόνιμες φοβίες (απέναντι στα μεγάλα ζώα ή το σχολείο π.χ.). Συχνά, του νυχτερινού τρόμου και των εφιαλτών έχει προηγηθεί η παγίωση της φοβίας. Υπάρχει η τάση να χαρακτηρίζουμε αυθαίρετα ως «φοβίες» όλους τους φόβους του παιδιού.
Οι φοβίες και τα άγχη κάποιες φορές εξαφανίζονται ή, τουλάχιστον, μετριάζονται όταν το παιδί είναι γύρω στα δέκα, για να ξανακάνουν την εμφάνισή τους στην αρχή της εφηβείας ή αργότερα κατά την ενήλικη ζωή. Παρ’ όλα αυτά, κάτι τέτοιο δεν είναι απόλυτο, και παρατηρούμε περιπτώσεις ατόμων που εκδηλώνουν σταθερά φοβίες και άγχος από την παιδική τους ηλικία.
Ως προς τον χαρακτήρα, το παιδί είναι φοβισμένο, ντροπαλό, ανήσυχο, με μια τάση φυγής και αποφυγής πραγμάτων και καταστάσεων. Προσπαθεί να περνάει απαρατήρητο, απομονώνεται από τους συμμαθητές του, αποφεύγει τις συγκρούσεις. Αυτό το στοιχείο της ανησυχίας είναι παρόν ήδη από τη δεύτερη παιδική ηλικία2 και παραμένει καθ’ όλη τη διάρκεια της εφηβείας και της ενήλικης ζωής.
Χαρακτήρας
Το ενήλικο άτομο έχει περιορισμένη δράση και μονίμως αυτοπεριορίζεται. Φοβάται μήπως δεν κάνει κάτι καλά, μήπως εξαπατηθεί, ή μπορεί επίσης να θεωρεί ότι η μοίρα εκμηδενίζει τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει. Είναι συχνή η τάση για απομόνωση: το άτομο έχει «κλειστή» ζωή, περιορίζει όσο μπορεί τις επαφές του.
Ο φοβικός έχει τάση προς ενδοσκόπηση, που παίρνει τη μορφή μιας επίπονης διανοητικοποίησης των προβλημάτων του. Είναι μοιρολάτρης και πιστεύει ότι κανείς πρέπει να είναι ευχαριστημένος με ό,τι του προσφέρεται. Υποτιμά τον εαυτό του: είναι συνεσταλμένος και θεωρεί ότι είναι λιγότερο σημαντικός από τους υπόλοιπους.
Το άτομο νιώθει κόπωση, αισθάνεται ότι έχει μειωμένη ενέργεια, περιορισμένα αποθέματα. Όλα αυτά αποτελούν εμπόδια στην επίτευξη στόχων, είτε στον επαγγελματικό τομέα είτε στις διαπροσωπικές του σχέσεις. Καταλήγει, έτσι, να βιώνει μόνιμα μία διάψευση προσδοκιών.
– Όλα αυτά τα βλέμματα που με κρίνουν…
Οι συμπεριφορές
Η πρακτική και επαγγελματική δραστηριότητα είναι περιορισμένη, αλλά μπορεί παράλληλα να είναι αποτελεσματική. Το άτομο δεν έχει φιλοδοξίες, δεν αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και αποφεύγει να γίνει το κέντρο του ενδιαφέροντος. Κάποιες φορές αφήνει να τον ‘καπελώνουν’ οι συνάδελφοι ή οι φίλοι και κάτι τέτοιο του είναι ιδιαίτερα επίπονο. Έχει την τάση να αδρανεί και να μοιρολατρεί.
Το άτομο έχει πολύ λίγες κοινωνικές σχέσεις, αφού η επαφή με τον άλλο του είναι ανυπόφορη. Νιώθοντας κατώτερος και μη ξέροντας πώς να προστατευτεί, έχει την τάση να «δραπετεύει από τα δύσκολα», για να αποφύγει τις ταλαιπωρίες. Αυτό μπορεί κάλλιστα να τον οδηγήσει στη μοναξιά.
Υπάρχει, γενικά, μια αναστολή και ελάχιστη σεξουαλική επιθυμία, η οποία περιορίζει τη σεξουαλική του ζωή. Οι σεξουαλικές επαφές είναι μη ικανοποιητικές και σπάνιες· κάποιες φορές το άτομο επιλέγει -αντ’ αυτών- τον αυνανισμό, κάτι που του δημιουργεί επίσης ενοχές.
Το άγχος
Το άγχος είναι μια αντίδραση που συνδέεται με σωματικά και νοητικά φαινόμενα. Στην περίπτωση της νευρωτικής προσωπικότητας, το άγχος έχει μεταβαλλόμενη ένταση, αλλά ποτέ δεν καταλήγει σε αποδιοργάνωση.
Συνήθως εκδηλώνεται με τη μορφή χρονίου άγχους. Το στοιχείο της μονιμότητας του άγχους εκφράζεται μέσω μιας μόνιμης ανησυχίας που συνοδεύεται από υπερευσυγκινησία, μέσω μιας ψυχικής αστάθειας, καθώς και μέσω μιας δυσκολίας στην αυτοσυγκέντρωση. Σε σωματικό επίπεδο, παρατηρείται μια μυϊκή ένταση ή/και λειτουργικές σωματοποιήσεις νευροφυτικού τύπου: εφίδρωση, ξηροστομία, καρδιο-αναπνευστική δυσφορία. Το άτομο αισθάνεται νευρικό, βρίσκεται μόνιμα σε επιφυλακή, αναμένοντας κάτι απροσδιόριστο.
Θα μπορούσε επίσης να έχει σημαντικό αντίκτυπο στον ύπνο, πράγμα που επιφέρει κόπωση και μείωση της απόδοσης. Ο κίνδυνος εκδήλωσης άγχους προκαλεί ένα είδος υπεράγχους, καθώς το άτομο φοβάται μήπως αυτό το ενδεχόμενο άγχος εκδηλωθεί εκ νέου.
Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις οξέων κρίσεων άγχους. Αυτού του είδους η κρίση εμφανίζεται κυρίως ως ένας παροξυσμός του ήδη υπάρχοντος άγχους, αλλά κάποιες φορές είναι και αυτή που το εκλύει. Η έναρξή της γίνεται με συγκεκριμένο τρόπο. Συνδέεται με ένα περιστατικό και γίνεται εκ των υστέρων αντικείμενο εκλογίκευσης – περισσότερο ή λιγότερο περίπλοκης. Το άτομο κατακλύζεται από έναν ακραίο φόβο που συνδέεται με την ιδέα μιας επικείμενης καταστροφής. Κάποιες φορές αυτή η καταστροφή γίνεται συγκεκριμένη (φόβος θανάτου, τρέλας κτλ.). Μπορεί παράλληλα να υπάρχει αναστολή οποιασδήποτε προσπάθειας για εκλογίκευση, ένα είδος κενού, μια ανικανότητα να σκεφτεί οτιδήποτε, μια απώλεια προσανατολισμού.
Ό,τι αφορά τη σωματική λειτουργικότητα βρίσκεται συχνά σε πρώτο πλάνο. Πρόκειται για νευροφυτικές διαταραχές είτε αναπνευστικές (αίσθηση ασφυξίας) είτε καρδιαγγειακές (καρδιαλγίες, ταχυπαλμίες, λιποθυμίες, συγκοπή). Άλλες φορές πρόκειται για συμπτώματα που σχετίζονται με το πεπτικό (κόμπος στο στομάχι, ναυτίες, διάρροια, κολικοί) ή με το ουροποιητικό σύστημα (επιτακτική ανάγκη για ούρηση, σπασμοί). Νευρο-μυϊκά και νευρο-αισθητηριακά συμπτώματα είναι επίσης συχνά. Πρόκειται για δυσαισθησίες, παραισθησίες, τετανία, παραλυσίες.
Οι φοβίες
Η κυριολεκτική σημασία της φοβίας είναι ο παράλογος φόβος για ένα συγκεκριμένο αντικείμενο (πράγμα, ζώο, πρόσωπο, κατάσταση). Η παρουσία αυτού του αντικειμένου προκαλεί μια αγχώδη αντίδραση, της οποίας η ένταση ποικίλει. Η φοβία είναι ένα σύμπτωμα που παρουσιάζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Το αγχογόνο αντικείμενο είναι συγκεκριμένο, ξένο ως προς το υποκείμενο και επικίνδυνο μόνο για το ίδιο το υποκείμενο (όχι για τους υπόλοιπους). Το άγχος, το οποίο είναι παράλογο και ακατανίκητο, μπορεί να αποφευχθεί μόνο αν το άτομο αποφύγει το ίδιο το αγχογόνο αντικείμενο. Ακόμα κι αν το άτομο συνειδητοποιεί τον αδικαιολόγητο φόβο του, δεν μπορεί να τον εξαλείψει. Κάποιες φορές μπορεί να ελέγξει τις συνέπειες (φυγή, πανικός), όμως το άγχος παραμένει. Σε γενικές γραμμές, οι φοβίες, από τη στιγμή που θα παγιωθούν, δεν κατανικώνται εύκολα.
[…] Οι φοβίες μπορεί να αφορούν τον […] χώρο (αγοραφοβία, κλειστοφοβία […]) ή ζώα, είτε μεγάλα (π.χ. άλογα) είτε μικρά (π.χ. έντομα) είτε με κάποιες ιδιαιτερότητες (π.χ. φίδια, φασματώδη3). Μπορεί επίσης να συνδέονται με καταστάσεις (π.χ. στο σχολείο, στο γραφείο), μέρη (π.χ. σταθμό τρένου, κατάστημα), πρόσωπα (είτε κάποιο συγκεκριμένο είτε γενικά το πλήθος). Οι φοβίες μπορούν επίσης να έχουν να κάνουν με το σώμα (π.χ. αίμα, κόπρανα). Υπάρχουν και ενδιάμεσες μορφές φοβιών που σχετίζονται με τις εμμονές.
Η εξέλιξη
Η αγχώδης τάση παραμένει αναλλοίωτη στο πέρασμα του χρόνου. Υπάρχει συχνά μια έξαρση της τάσης για απομόνωση, εφόσον το άτομο γίνεται ακόμα πιο φοβικό και δεν αφήνεται στη ροή της καθημερινότητάς του, στη δουλειά ή με τους φίλους του. Οι καταθλιπτικές περίοδοι γίνονται πιο έντονες, καθώς το υποκείμενο νιώθει εγκλωβισμένο στο ανικανοποίητό του, χωρίς ελπίδα διαφυγής.
-Καθαρά είναι! Αυτή είναι η 11η φορά που τα πλένεις!…
-Πρέπει να τα πλύνω πάλι.
Έτσι, μπορούμε να παρατηρήσουμε υποχονδριακές τάσεις. Το άτομο παραπονιέται για διάφορους πόνους, αναζητεί μόνιμα την παροχή ιατρικής περίθαλψης και μια υπερπροστασία από το περιβάλλον του. Κάποιες φορές οι φοβίες αλλάζουν μορφή. Βασίζονται σε εκλογικεύσεις που μοιάζουν πιο «λογικές», αφού βρίσκονται σε αντιστοιχία με μια δεδομένη πραγματικότητα. Π.χ. ο φόβος να βγω στον δρόμο συνδέεται -όταν μιλάμε για ένα ηλικιωμένο άτομο- με τον κίνδυνο που διατρέχω να μου επιτεθεί κάποιος ή να πέσω.
2/ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ
Οιδιπόδειο χωρίς παλινδρόμηση
-Μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις… Αρκεί αυτό που θέλεις να κάνεις να το θέλω κι εγώ.
Τις ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη άγχους και φοβιών δημιουργεί μια ενωμένη οικογένεια, με έναν σεβάσμιο πατέρα, κάπως απόμακρο και αυταρχικό. Η μητέρα είναι πολύ «σαγηνευτική» και υπερβολικά παρούσα. Είναι μια «αγία», απαιτητική, αυστηρή. Παρατηρείται μια ακραία εξιδανίκευση των γονιών. Το υποκείμενο παραμένει παιδί για πάρα πολύ καιρό μέσω μιας κατασταλτικής εκπαίδευσης.
Ο θεμελιώδης φόβος αφορά τη σεξουαλικότητα. Η απουσία ανάλυσης της σύγκρουσης ευνοεί τη διαιώνιση της απωθημένης οιδιπόδειας επιθυμίας. Ένας δεύτερος φόβος αφορά τον άλλο, με το υποκείμενο να αισθάνεται ότι δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στις σχέσεις του με τους άλλους. Η απώθηση είναι ο κυριότερος μηχανισμός άμυνας, αλλά είναι εν μέρει αναποτελεσματικός. Δύο πράγματα μπορεί να συμβούν: 1. είτε ο αρχικός φόβος να «αναδύεται» με μεγάλη συχνότητα, οπότε σε αυτή την περίπτωση μιλάμε για άγχος 2. είτε τα διάφορα φοβικά υποκατάστατα να έχουν παγιωθεί και ο φόβος να έχει περιοριστεί σε κάτι συγκεκριμένο, οπότε μιλάμε για φοβία.
Αναστολή, κατάθλιψη και άγχος
Η αναστολή είναι συνέπεια της καταστολής των δύο τύπων ενόρμησης: της επιθετικότητας και της σεξουαλικότητας. Οι ψυχικοί μηχανισμοί του ιδεώδους του εγώ4 και του υπερεγώ5, όντας υπερβολικά δυνατοί, προκαλούν μια απώθηση των ενορμητικών εκδηλώσεων, τόσο αυτών που αφορούν την επιθετικότητα, όσο και αυτών που αφορούν τη λίμπιντο. Όντως, στην περίπτωση αυτή, η τελική φάση της ύφεσης του οιδιποδείου, που λαμβάνει χώρα στην εφηβεία, δεν ολοκληρώθηκε. Τα μορφοείδωλα6 των γονέων παραμένουν εξιδανικευμένα και έχουν κατασταλτικό χαρακτήρα, πράγμα το οποίο προκαλεί μια άμεση αναστολή της ενόρμησης μέσω απώθησης.
Στο διπλό αυτό αμυντικό σύστημα, απώθηση και καταστολή αλληλοσυμπληρώνονται και είναι αποτελεσματικές, με το μειονέκτημα όμως ότι εξαφανίζουν οποιαδήποτε ενορμητική ικανοποίηση. Εκτός αυτού, η σύγκριση μεταξύ της αυτοεικόνας και του ιδεώδους γίνεται πάντα εις βάρος της πρώτης. Αυτό έχει ως επακόλουθο μια χρόνια λιβιδινική στέρηση, τόσο ως προς το ερωτικό αντικείμενο όσο και σε ό,τι αφορά τον ναρκισσισμό του ίδιου του ατόμου, πράγμα το οποίο εξηγεί την υφέρπουσα κατάθλιψη. Οι μη ικανοποιητικές επιλογές ζωής, προκαλώντας μια -σημαντική κάποιες φορές- λιβιδινική απώλεια, το εγώ «ξυπνάει» και τις αρνείται. Έτσι προκαλείται μια νέα εσωτερική σύγκρουση στο εγώ, η οποία με τη σειρά της επιφέρει ένα -ενίοτε έντονο- καταθλιπτικό ξέσπασμα.
Απαρχή της φοβίας
Η παγίωση της φοβίας χρησιμεύει στο να μας προφυλάσσει απέναντι στην επανεμφάνιση απωθημένων στοιχείων που αποτελούν κομμάτια της οργάνωσης των ενορμήσεων. Το πρώτο περιστατικό φοβίας που σημειώνεται επιφέρει μία ενορμητική τάση που απωθείται αμέσως, αλλά το οποίο, παρεμπιπτόντως, προκαλεί μια έκρηξη άγχους. Η ενορμητική τάση είναι συχνά μεικτή, λιβιδινική και επιθετική ταυτόχρονα, πραγματοποιώντας, ανάλογα με την περίπτωση, συνδυασμούς με ποικίλες αναλογίες. Η αποφυγή του αντικειμένου επιτρέπει την αποφυγή κάθε νέας επανεμφάνισης της ενόρμησης. Το υπερεγώ και το εγώ συμπράττουν στην διατήρηση της φοβίας.
Η μετάθεση αποτελεί κεντρικό μηχανισμό της φοβίας. Αυτός ο μηχανισμός αφορά τις ερωτικές επιθυμίες απέναντι στους γονείς, καθώς και τον φόβο που τέτοιες επιθυμίες μπορούν να προξενήσουν (φόβο ευνουχισμού, φόβο παράβασης, κτλ.). Με την ευκαιρία οποιουδήποτε περιστατικού, οι ερωτικές ή/και επιθετικές αναπαραστάσεις μεταφέρονται σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο αναφοράς, αφού αυτό το φοβικό αντικείμενο αναφοράς (κατάσταση, ζώο, μέρος) περιέχει στοιχεία που θυμίζουν φαντασιωτικές δομές. Αυτή η ανάκληση στη μνήμη έρχεται σε άμεση σύγκρουση με την αποδοκιμασία και με τον φόβο μιας καταστολής εκ μέρους του «αντίζηλου» γονέα. Προκαλείται τότε άγχος και απώθηση. Στη συνέχεια, πανομοιότυπες συνθήκες επανενεργοποιούν όλο τον μηχανισμό. Και φαίνεται επίσης ότι, μετά από κάποιο διάστημα, λόγω βραχυκυκλώματος, εκείνο που ενεργοποιείται άμεσα είναι το άγχος.
*Αποσπάσματα από άρθρο του Patrick Juignet,
ψυχιάτρου – ψυχαναλυτή
1 Σε αυτή την κατηγορία ανήκει η πλειονότητα [Σ.τ.Μ.]
2 Πρώτη παιδική ηλικία: 1 μηνός – 2 ετών, Δεύτερη παιδική ηλικία: 2 ετών – 12 ετών (www.larousse.fr) [Σ.τ.Μ.]
3 Ονομάζονται και έντομα-κλαδιά ή έντομα-φύλλα [Σ.τ.Μ.]
4 Όρος που χρησιμοποιήθηκε από τον Φρόυντ. Πρόκειται για έναν ψυχικό μηχανισμό που απορρέει από τη σύγκλιση του ναρκισσισμού και των ταυτίσεων με τους γονείς, με τα υποκατάστατά τους και τα συλλογικά ιδεώδη. […] Το ιδεώδες του εγώ αποτελεί ένα πρότυπο στο οποίο το υποκείμενο προσπαθεί να προσαρμοστεί. [Vocabulaire de la psychanalyse – J. Laplanche & J.-B. Pontalis, PUF] [Σ.τ.Μ.]
5 Σύμφωνα με τον Φρόυντ, το υπερεγώ αποτελεί έναν ψυχικό μηχανισμό […], του οποίου ο ρόλος είναι παρεμφερής με εκείνον ενός δικαστή ή ενός λογοκριτή απέναντι στο εγώ. […] και ο οποίος δομείται όταν το υποκείμενο εσωτερικεύει γονεϊκές απαιτήσεις και απαγορεύσεις. [Vocabulaire de la psychanalyse – J. Laplanche & J.-B. Pontalis, PUF] [Σ.τ.Μ.]
6 Imagos στο κείμενο.
__________________________________________________________________________
Πηγή: www.psychisme.org
Μετάφραση – Επιμέλεια: Κυριακή Κάσση (Εκπαιδευτικός – Μεταφράστρια)